Αρκετοί θεωρούν την λέξη «προδότης» ως ύβρη και κατακρίνουν εκείνους που την χρησιμοποιούν με το επιχείρημα ότι «είναι τέτοιες νοοτροπίες που μας οδήγησαν εκεί που μας οδήγησαν». Στην πραγματικότητα όμως δεν είναι οι λέξεις που έχουν σημασία αλλά οι πράξεις ή η απραξία που οδηγούν μια χώρα στον πάτο. Εξάλλου, η πιο πάνω λέξη υπάρχει σε όλα τα λεξικά της ελληνικής γλώσσας και είναι αναφαίρετο δικαίωμα του καθένα να την χρησιμοποιεί εκεί που χρειάζεται, με χειροπιαστά παραδείγματα, χωρίς να ανέχεται κριτική από κάποιους υποκριτές που συχνά κάνουν κατάχρηση άλλων λέξεων όπως o «φασισμός» και ο «ρατσισμός» στην προσπάθειά τους να επιβληθούν.

Ετυμολογίες της λέξης προδότης συμπεριλαμβάνουν ανάμεσα σε άλλα τα εξής:  αυτός που φανερώνει μυστικά σε άλλους, αυτός που καταδίδει ομοϊδεάτες ή ομοεθνείς του στον εχθρό, αυτός που εγκαταλείπει φίλους ή συντρόφους σε ώρα ανάγκης, αυτός που αποκαλύπτει μυστικά της πατρίδας του σε αντιπάλους, αυτός που αθετεί ηθικές υποχρεώσεις προς οικεία πρόσωπα.

Την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι Τούρκοι επέβαλαν βαριά φορολογία στους χριστιανούς, το χαράτσι. Μια μερίδα Κυπρίων αποφάσισαν να ακολουθήσουν ένα διαφορετικό δρόμο για να γλιτώσουν. Οι λεγόμενοι Λινοπάμπακοι – το αντίστοιχο των Κρυπτοχριστιανών που υπήρχαν σε άλλες περιοχές- ήταν Έλληνες Χριστιανοί της Κύπρου οι οποίοι ασπάστηκαν το Ισλάμ και ανέπτυξαν φιλικές σχέσεις με τους Τούρκους με σκοπό την αποφυγή της απαιτούμενης φορολογίας. Άλλαξαν ενδυμασία, απόκτησαν Τουρκικά ονόματα, έμαθαν Τουρκικά και απαρνήθηκαν τα ήθη και τα έθιμά τους. Πολλοί σήμερα θεωρούν τους Τουρκοκύπριους αδέρφια με την μεταφορική έννοια αλλά η αλήθεια είναι πως είναι αδέρφια εξ αίματος τα οποία ακολούθησαν μια διαφορετική πορεία εις βάρος των αδερφών τους.

Κατά τον Απελευθερωτικό Αγώνα, ενώ μια μερίδα Κυπρίων αποφάσισε να δώσει τέλος στην αποικιοκρατία θυσιάζοντας τις ζωές τους για την ελευθερία, κάποιοι άλλοι οδηγήθηκαν στην προδοσία αποκαλύπτοντας θέσεις και κρυψώνες συναγωνιστών τους οι οποίοι βίωσαν ηρωικό θάνατο μετά από σκληρές μάχες ή μαρτυρικό θάνατο μετά από βάρβαρες εκτελέσεις. Το γεγονός ότι πολλοί Κύπριοι σήμερα πιστεύουν ότι ο αγώνας δεν έπρεπε να γίνει «αφού έτσι και αλλιώς θα μας τα έδιναν» είναι απαράδεκτο. Το να απαξιώνουμε την μοναδική στιγμή στην ιστορία που σηκώσαμε κεφάλι εναντίον των κατακτητών μας και να εκμηδενίζουμε τις θυσίες των συμπατριωτών μας που έβαλαν στην άκρη το προσωπικό συμφέρον για το δικό μας μέλλον, είναι αχαριστία.

Η προδοσία του 1974 είναι μια πολύπλευρη μορφή προδοσίας η οποία δεν μπορεί να περιγραφεί σε μια παράγραφο. Η τυφλή υπακοή σε ξένες δυνάμεις οι οποίες λειτουργούν με ατζέντα ήταν ένα τραγικό λάθος το οποίο συνεχίζεται σήμερα με παρόμοιο τρόπο.

Ένα άλλο είδος προδότη και υπαίτιου της καταστροφής είναι αυτό του Κύπριου πολιτικού ο οποίος ανάλαβε να τακτοποιήσει τον εαυτό του και τους δικούς του, ενώ βάζει τη χώρα του σε δεύτερη μοίρα. Ο πολιτικός που κάνει καριέρα με μισθό και προνόμια και που στην Κύπρο δεν έχει δική του φωνή αλλά μιλά με την φωνή των συμφερόντων του κόμματος. Στα πιο πάνω έρχεται να συμπληρώσει το γεγονός ότι οι προεδρικές εκλογές, όπως φαίνεται και τώρα, είναι περισσότερο ένας αγώνας πληρωμένης διαφήμισης και δημοσκοπήσεων που κατευθύνουν τις μάζες παρά ένας αγώνας στρατηγικών και ηγετικών ικανοτήτων  με άμεση απήχηση στο κοινό.

Παρένθεση: υπάρχουν ελάχιστοι πολιτικοί στην Κύπρο που έχουν καταλάβει τον πραγματικό ρόλο αυτού που εκλέγεται για να υπηρετήσει τη χώρα του. Ανήκουν σε διάφορες παρατάξεις και ίσως σε θέματα ιδεολογίας να έχουν διαφορές μεταξύ τους, όλα όμως καταλήγουν στον άνθρωπο και όχι στο δόγμα.

Το ‘κούρεμα’ των καταθέσεων το 2013 ήταν ένα μοναδικό είδος προδοσίας το οποίο δεν έχει γίνει αλλού στον κόσμο και μάλιστα με εισηγητές την πλευρά μας. Όταν μας λένε για ανάκαμψη της οικονομίας ξεχνούν μερικά σημαντικά δεδομένα όπως τα πραγματικά νούμερα ανεργίας, το πόσες χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις έχουν κλείσει, πόσοι Κύπριοι έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό και πως η ανάπτυξη που υπάρχει τώρα αφορά κυρίως μεγάλες επιχειρήσεις που απασχολούν υπαλλήλους με μισθούς κάτω από το όριο της φτώχιας σε μια χώρα όπου το κόστος ζωής έχει φτάσει τα επίπεδα των πιο ανεπτυγμένων χωρών της Ευρώπης.

Πρόσφατα έχουμε δει ακόμα ένα νέο είδος προδότη να εμφανίζεται στο προσκήνιο, το οποίο βέβαια αρνείται κατηγορηματικά τέτοιους χαρακτηρισμούς παρά το ότι έχει οδηγηθεί με διάφορες πράξεις του στην υπονόμευση της χώρας του. Είναι μια μερίδα ανθρώπων που ανήκουν κυρίως σε πνευματικούς και καλλιτεχνικούς κύκλους οι οποίοι άρχισαν εδώ και καιρό να βλέπουν κυρίως αρνητικά στους συμπατριώτες τους και μόνο θετικά στην Τουρκική πλευρά, την οποία σχεδόν προσκυνούν. Έφτασαν στο σημείο να καίνε ελληνικές σημαίες τα βράδια, να παραπονιούνται γιατί τους έκλεισαν τα οδοφράγματα (προς τιμή Ισαάκ και Σολωμού), να αντιδρούν γιατί κάποιοι πρόσβαλαν τους εποίκους και να δικαιολογούν τους πανηγυρισμούς των βομβαρδισμών του 64’ μέσα από άρθρα με περιποιημένα αλλά ταυτόχρονα τραγικά επιχειρήματα.

Είναι χαρακτηριστικό το μένος με το οποίο μερικοί από τους πιο πάνω δημοσιεύουν απόψεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προκαλώντας διαρκώς με αυτά που γράφουν και σπέρνοντας τον διχασμό μεταξύ των συμπατριωτών τους.  Όταν κάποιοι δικαιολογημένα αντιδρούν τότε οι μεγάλοι υπερασπιστές του δικαίου αρπάζουν την ευκαιρία από το δόλωμα που έριξαν για να διαφωτίσουν το κοινό για έννοιες όπως ο φασισμός και ο ρατσισμός. Για κάποιο λόγο πιστεύουν ότι έχουν τον πρώτο λόγο στην διδασκαλία αυτών των εννοιών τις οποίες ταυτίζουν με τον πατριωτισμό και τον εθνικισμό αφού έχουν χειραγωγηθεί από την ‘μόδα’ που διέπει τα πλείστα μέσα ενημέρωσης παγκοσμίως.

Η νοοτροπία που υπάρχει στην Κύπρο ότι ο παλιός τα ξέρει όλα δεν οδηγεί πουθενά. Αν ήξερε, δεν θα γεννιόμασταν σε μια μοιρασμένη πατρίδα. Αν ήξερε, δεν θα βλέπαμε καθημερινά τη σημαία της ντροπής στον Πενταδάκτυλο. Αν ήξερε, δεν θα έτρεχε να ανοίξει οδοφράγματα και να προσφέρει εισοδήματα εκατομμυρίων σε ένα παράνομο κράτος το οποίο στην ουσία αναγνωρίζει. Αν ήξερε, δεν θα έκανε ανούσιες διαπραγματεύσεις εδώ και 43 χρόνια για ένα πρόβλημα εισβολής και κατοχής. Όσοι δεν έχουν κάτι χειροπιαστό να προσφέρουν, ας κατεβούν από τις καρέκλες της εξουσίας και ας δώσουν την ευκαιρία σε άλλους.

Αλέξης Μακρίδης